Τελευταία νέα
ΑρχικήΣτήλεςΆρθραΑστικός Τουρισμός στην Αθήνα: `Αλλη μια Υπόθεση Συλλογικής Ευθύνης

Αστικός Τουρισμός στην Αθήνα: `Αλλη μια Υπόθεση Συλλογικής Ευθύνης

Αστικός Τουρισμός στην Αθήνα: `Αλλη μια Υπόθεση Συλλογικής Ευθύνης
του Πανταζή Πάστρα

Το να περνάς το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής σου σε μια πάροδο της Πατησίων δεν μπορεί να λογίζεται ακριβώς ως ποιότητα ζωής. Ηχορύπανση, νέφος, αμέτρητα σκουπίδια, συνθέτουν την μελωδία των βελτιώσεων που δεν έρχονται, αλλά και των υπεκφυγών, που ο καθένας μας ανακαλύπτει όταν πλησιάζει η ανάληψη των ευθυνών. Η ίδια η φύση της αστικής ζωής αιχμαλωτίζει καθημερινά τις πιο αγνές ανθρώπινες πτυχές μετατρέποντας τες σε ένα ακατέργαστο συνονθύλευμα σκέψεων και δράσεων χωρίς αρχή, μέση και τέλος.

Το να ζεις όμως σε μια πάροδο της Πατησίων εμπεριέχει και μια διαρκή πηγή έμπνευσης που όμοια της στερούνται άλλες λαμπερές μητροπόλεις. Ο Ιερός Βράχος της Ακρόπολης, ο Παρθενώνας, θρυμματίζει το μπαρουτοκαπνισμένο ανάγλυφο των εξατμίσεων, προσδίδοντας στον ορίζοντα της πολύβουης λεωφόρου έναν ελεγειακό χαρακτήρα. Καλώς ή κακώς όμως, ο Παρθενώνας γνωρίζει πολύ καλά για το τι είμαστε ικανοί όσοι τον περιτριγυρίζουμε. Και για αυτό στέκει ακόμα όρθιος. Για να μας διδάσκει πως ο δίκαιος και άξιος πολίτης της Πλατωνικής διαλεκτικής δεν ταυτίζεται με ένα δεδομένο σημείο βρασμού της προσωπικότητας μας αλλά με την διαρκή μάχη για την ενδυνάμωση των αξιών και την αναθεώρηση των όποιων προκαταλήψεων.

Δεν αποτελεί έκπληξη επομένως ότι ο Παρθενώνας είναι το κατεξοχήν σύμβολο και αξιοθέατο της Αθήνας, αν όχι και ολόκληρης της χώρας. Παρά όμως το κατεξοχήν ενδιαφέρον του κοινού, και δη των ξένων επισκεπτών, ο Παρθενώνας, και γενικότερα η Αθήνα, παρουσιάζουν την τελευταία δεκαπενταετία μια πτωτική πορεία τόσο στα στατιστικά των τουριστών (Αφίξεις-Διανυκτερεύσεις), όσο και στα ενεργοποιημένα από τον τουρισμό έσοδα, όπως αναφέρουν μελέτες (ΣΕΤΕ, 2000; ΕΟΤ, 2003; JBR HELLAS, 2005 α & β) και άρθρα τουριστικών ειδησεογραφικών πηγών όπως ο φιλόξενος τούτος χώρος. Οι αρνητικές τάσεις έχουν δείξει να αναστρέφονται μερικώς μετά την λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων, που επέφεραν μια αισθητή βελτίωση σε δομές και υπηρεσίες αν και με δυσβάσταχτο οικονομικό τίμημα. Σε κάθε περίπτωση όμως, η σημερινή απόδοση, σχεδόν τρία χρόνια μετά, απέχει παρασάγγας από το να χαρακτηριστεί ικανοποιητική, ιδιαίτερα όταν συγκρίνουμε την Αθήνα με το προσφιλές παράδειγμα της μετα-Ολυμπιακής Βαρκελώνης (Duran, 2005). Μολαταύτα, το άρθρο αυτό δεν αποτελεί μια προσπάθεια αφύπνισης. Αντίθετα, είναι μια υπενθύμιση εντελώς στοιχειωδών παραμέτρων που στην περίπτωση του αστικού τουρισμού τυγχάνει να έχουν πρακτική αξία και τα οποία συνειδητά ή ασυνειδητά η νεοελληνική πραγματικότητα σταθερά επιλέγει να παραπέμει στις καλένδες.

Το φαινόμενο του αστικού τουρισμού είναι εξαιρετικά δύσκολο να μελετηθεί εξαιτίας της εκτεταμένης γεωγραφικής κλίμακας στην οποία λαμβάνει χώρα αλλά και λόγω του πλούτου δραστηριοτήτων που περικλείει. Μορφωτικός τουρισμός, συνέδρια και εκθέσεις, αθλητικός τουρισμός, φεστιβάλ και πολιτιστικά δρώμενα, νυχτερινή διασκέδαση, ακόμα και θαλάσσιος τουρισμός σε προνομιακές περιπτώσεις όπως η Αθήνα, είναι μονάχα μερικά παραδείγματα που φανερώνουν το εύρος των τουριστικών δραστηριοτήτων σε αστικά κέντρα. Επίσης, οι πόλεις φιλοξενούν μεγάλους αριθμούς επισκεπτών για επαγγελματικούς λόγους. Οι τουρίστες αυτοί (Business Tourists), πέρα των διανυκτερεύσεων που συνοδεύουν τον σκοπό της επισκέψεως τους, συνθέτουν μια λανθάνουσα πελατεία που δύναται να παρατείνει την παραμονή της εάν την ελκύσουν οι παρεχόμενες υπηρεσίες ή ακόμα και να επιστρέψει στο μέλλον για καθαρά ψυχαγωγικές δραστηριότητες. Επομένως, ο σχεδιασμός της αστικής τουριστικής ανάπτυξης απαιτεί μια εμπεριστατωμένη ανάλυση των στοιχείων που συνθέτουν το πολύπλοκο αυτό φαινόμενο αλλά πρωτίστως την κινητοποίηση μιας ευρείας γκάμας φορέων από την κεντρική εξουσία και την τοπική αυτοδιοίκηση μέχρι τον ιδιωτικό τομέα και τοπικές οργανώσεις πολιτών.

Καλώς ή κακώς, τα σημάδια των καιρών συνιστούν πως μέχρι τώρα λιγοστές ουσιαστικές προτάσεις έχουν υλοποιηθεί. Οι συζητήσεις περί αστικής διακυβέρνησης, που εδώ και τουλάχιστον μια δεκαπενταετία βρίσκονται στο επίκεντρο πολλών Ευρωπαϊκών πόλεων, έχουν πλέον εντατικοποιηθεί και στην περίπτωση της Αθήνας. Σε κάθε περίπτωση, η βιώσιμη ανάπτυξη οποιουδήποτε επαγγελματικού πεδίου προϋποθέτει την σύγκλιση όλων των ενδιαφερόμενων και την διερεύνηση των οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων της εκάστοτε ανάπτυξης. Και αν και η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη αναμφίβολα δεν δύναται να αποτελέσει πανάκεια για οποιαδήποτε πόλη, μπορεί όμως μέσω των διασυνδέσεων της με μια πληθώρα άλλων δραστηριοτήτων να αποτελέσει εφαλτήριο για τομές και βελτιώσεις. Είναι λοιπόν στο συμφέρον όλων των άμεσα εμπλεκόμενων φορέων να συνεργαστούν στενά τόσο για το καλό του τουρισμού όσο και για το ευρύτερο καλό με όποια ερμηνεία μπορεί να του δοθεί βάσει των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης.

Επί του παρόντος όμως, δεν θα ήθελα να επεκταθώ σε μια διοικητική ή πολιτική προσέγγιση των προβλημάτων της αστικής τουριστικής ανάπτυξης. Και αυτό γιατί εξακολουθώ να πιστεύω πως πέραν των συλλογικών πρωτοβουλιών, η ατομική βούληση οφείλει να δείξει τον δρόμο. Και με τον όρο αυτό δεν εννοώ αποκλειστικά την εντύπωση που προκαλεί η εκάστοτε επιχείρηση στον τουρίστα αλλά και την εικόνα που μεταδίδουμε ως πολίτες για την Αθήνα. Ασχολούμενος σήμερα με την τουριστική ανάπτυξη της Αθήνας σε ερευνητικό επίπεδο αλλά και εργαζόμενος προ διετίας σε γραφείο που έφερνε γκρουπ τουριστών στην πρωτεύουσα, είναι προσωπική μου πεποίθηση πως άσχετα με το τι θετικό ή αρνητικό κάνουν οι αρμόδιοι φορείς, ο τουρίστας που επισκέπτεται τον Παρθενώνα διατηρεί ένα σεβασμό και πιστεύει έστω και νοερά ότι εδώ θα συναντήσει τον Ξένιο Ζευ. Και η ζεστασιά της φιλοξενίας πρέπει να είναι καταρχάς προσωπική γιατί διαφορετικά ο Ξένιος Ζευς είτε ισοπεδώνεται σε τυπικό εταιρικό πρότυπο συμπεριφοράς, είτε μετενσαρκώνεται σε Μήδα της βραχυπρόθεσμης και ακόρεστης κερδοφορίας.

Σε αντίθεση με τους τουρίστες των νησιών ή άλλων θερέτρων που κινούνται μαζικά και που αγοράζουν στενά προσδιορισμένα πακέτα υπηρεσιών, στα οποία ενίοτε περιλαμβάνονται και οι πιο απλές καταναλώσεις, ο τουρίστας στην πόλη είναι περισσότερο ευέλικτος. Έρχεται σε επαφή με περισσότερο κόσμο και διαμορφώνει μια εμπεριστατωμένη αντίληψη για τους κατοίκους. Ο ταξιτζής στο αεροδρόμιο, ο ιδιοκτήτης ταβέρνας στην Πλάκα, ο μπάρμπαν που φτιάχνει τα ποτά, ο υπάλληλος που κόβει τα εισιτήρια των αστικών συγκοινωνιών, οποιοσδήποτε πέραν του καθαρά (επίσημου) ξενοδοχειακού τμήματος της παραμονής οφείλει να αποπνέει φιλοξενία. Είτε αυτό λέγεται να πληρώνεις όσα γράφει το ρολόι (χωρίς να ακούς παράλληλα σκυλάδικα εθνικής οδού), είτε να πίνεις καθαρό ποτό είτε να παίρνεις έγκυρες πληροφορίες, είτε, είτε… Ο τουρίστας στην Ελλάδα λατρεύει την ανεμελιά και την φιλοσοφημένη άποψη για την ζωή (αν μπορούμε να την ονομάσουμε έτσι) αλλά στο περιορισμένο χρονικό διάστημα που επισκέπτεται την Αθήνα προτιμά να γνωρίσει μόνο τις ευχάριστες διαστάσεις της. Και εκεί αρχίζουν τα προβλήματα που διογκώνονται όταν η Αθήνα υποβάλλεται από τον τουρίστα σε σύγκριση με άλλα δημοφιλή αστικά κέντρα…

Προκλήσεις και Προοπτικές

Στο πρώτο μέρος του άρθρου αναφέρθηκα στις δυνατότητες του αστικού τουρισμού στην περίπτωση της Αθήνας και στις ευθύνες του κάθε επαγγελματία και πολίτη ως προς την εικόνα που δίνουμε, κάτι που αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν η πρωτεύουσα καλείται ν’ αναμετρηθεί με μια πλειάδα ελκυστικών Ευρωπαϊκών πόλεων. Θεωρώ πως οι ανταγωνίστριες πόλεις, ανεξάρτητα αν υπερτερούν ή όχι σε διάφορους τομείς, δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στο να μην απογοητεύουν τον επισκέπτη.

Η έμφαση όμως στην τήρηση συγκεκριμένων κανόνων και νομοθεσιών έχει πλέον περάσει στην συνείδηση των πολιτών ως μια υποχρέωση ακόμα και προς τον ίδιο τους τον εαυτό. Παραδείγματος χάριν, δεν μπορεί να ρητορεύεις περί προστασίας του περιβάλλοντος και ταυτόχρονα να πετάς το τσιγάρο από το αυτοκίνητο, να κατεβάζεις τα σκουπίδια σε περίοδο απεργίας στο δρόμο, παρά τις συνεχείς εκκλήσεις για το αντίθετο, ή να αγνοείς τον επί χρόνια συμπαθή τηλεοπτικό πελαργό για τις θάλασσες και τις ακτές. Και η πολιτιστική κληρονομιά δεν προστατεύεται με την ερήμωση χώρων, τον βανδαλισμό μνημείων (π.χ. αγάλματα στο Πεδίο του `Αρεως), την δημιουργία μικρών ή και μεγάλων σκουπιδότοπων περιμετρικά του ιστορικού κέντρου ή με το να αφήνεις τον τελειωμένο φραπέ πάνω σε ένα από τα γλυπτά στην είσοδο του αεροδρομίου (προσωπική μαρτυρία που αποτυπώθηκε έκτοτε ως ψυχικό τραύμα). Αν αυτά τα φαινόμενα προβληματίζουν τους κατοίκους, ο τουρίστας δεν θα κάνει τον κόπο να μπει σε αυτή την διαδικασία. Υπάρχουν και αλλού πορτοκαλιές αλλά και μπανανίες…

Γίνεται επομένως αντιληπτό πως η αειφόρα ανάπτυξη του αστικού τουρισμού δεν αποτελεί μόνο ένα πεδίο για οικονομικά οφέλη αλλά και μια από τις λίγες δραστηριότητες που σχετίζονται άρρηκτα με την βελτίωση της ζωής στην πόλη. Όμως, η συγκεκριμένη διαπίστωση είναι κενή εφόσον οι εμπλεκόμενοι φορείς αναβάλουν συνεχώς σχέδια και προγράμματα προς αυτή την κατεύθυνση, αφήνοντας χρόνια προβλήματα να συσσωρεύονται. Όπως επίσης, παρόμοιες αναλύσεις αποκτούν έναν καθαρό λογοτεχνικό, μεταφυσικό ή και δημαγωγικό χαρακτήρα όταν οι φορείς αδυνατούν να εμπνεύσουν τον πολίτη και εκείνος με την σειρά του παύει να σέβεται το περιβάλλον το οποίο μοιράζεται με τους γύρω του. Στην Αθήνα η παραβίαση του νόμου εξακολουθεί να υποβόσκει μια επαναστατική γοητεία. Αν μάλιστα υποπέσω σε παράπτωμα, δεν με πιάσουν, και πιάσουν κάποιον άλλο έχω μια ιστορία να λέω στα εγγόνια μου. Αυτό όμως που δεν αντιλαμβανόμαστε είναι ότι κατ’ αυτό το τρόπο ακυρώνουμε ασυνείδητα το αναφαίρετο δικαίωμα να υψώσουμε την φωνή μας σε κρίσιμα θέματα. Ο άξιος πολίτης δεν έχει μεταπτώσεις και κυρίως δεν αναστατώνεται μόνο όταν αμφισβητούνται τα δικά του κεκτημένα αλλά αφουγκράζεται το γενικό συμφέρον.

Συνολικά όμως, πέραν της αλλαγής νοοτροπίας ο κόσμος εξακολουθεί να δυσπιστεί απέναντι στις αρχές και αντιπαραθέτει την έλλειψη κινήτρων ως βασικό συστατικό της αρνητικής προδιάθεσης. Εν τέλει, η ώρα να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ φορέων και πολιτών έχει φτάσει προ πολλού τώρα μάλιστα που πολιτικοί και άλλοι διχασμοί ανήκουν στο παρελθόν. Σε ότι αφορά τον τουρισμό αυτό προϋποθέτει μια ριζική αναδιάρθρωση της αντίληψης που οι μεν έχουν χτίσει για τους δε αλλά και του ίδιου του ρόλου που ο καθένας καλείται να διαδραματίσει. Η μετα-ολυμπιακή κληρονομιά έχει αφήσει ανοιχτά μέτωπα και η λάμψη της επιτυχημένης διοργάνωσης αναπόφευκτα ξεθωριάζει όσο πλησιάζουν οι επόμενοι αγώνες του Πεκίνο το 2008. Επομένως, περαιτέρω αποφάσεις και μέτρα χρειάζονται ώστε η Αθήνα να καλύψει το χαμένο έδαφος απέναντι στους ανταγωνιστές της και να θέσει τις βάσεις για μακροχρόνια βελτίωση της τουριστικής ανάπτυξης. Ο διάλογος είναι και σήμερα απαραίτητος για να μην βρεθούμε στο μέλλον προ τετελεσμένων γεγονότων, ακόμα και αν ο χρόνος είναι περιορισμένος.

Ταυτόχρονα όμως, αν ο τουρισμός είναι ένας τομέας δύσκολο να ελεγχθεί στο συνολό του λόγω των ποικίλων χαρακτηριστικών, η πολυπλοκότητα του αστικού τουρισμού δύναται να λάβει επικές διαστάσεις. Αναμφίβολα, η κεντρική εξουσία διατηρεί ένα εγγενές ενδιαφέρον αναφορικά με τα τεκταινόμενα στην πρωτεύουσα, τίθεται όμως υπό αμφισβήτηση κατά πόσο μπορεί να συντονίσει δημιουργικά ένα τέτοιο περιβάλλον. Η σύσταση οργανισμών συνεργασίας ιδιωτικού και δημόσιου φορέα, η ενδυνάμωση της τοπικής αυτοδιοίκησης και η ενσωμάτωση άλλων φορέων στα της τουριστικής ανάπτυξης είναι εν τάχει μερικά από τα σχήματα που προκύπτουν από διεθνείς πρακτικές. Κατ’ επέκταση, δεν είναι ντροπή να μελετηθούν οι πρωτοβουλίες άλλων πόλεων για τον αστικό τουρισμό. Η Βαρκελώνη είναι και πάλι ένα περισπούδαστο παράδειγμα αλλά η Αθήνα οφείλει να διδαχθεί από τα λάθη και τις επιτυχίες περισσότερων πόλεων.

Μια επιπρόσθετη διάσταση καίριας σημασίας είναι και η χρονική-χωρική διασπορά της τουριστικής κίνησης, παράλληλα με την ενδυνάμωση της. Ο αστικός τουρισμός υπερτερεί άλλων μορφών αναφορικά με την εξέλιξη του καθ’ όλη την διάρκεια ενός έτους ή τουλάχιστον με την παρουσία ήπιων εποχιακών διακυμάνσεων. Για να συμβεί όμως αυτό απαιτείται διαρκής έρευνα που θ’ αποτελέσει το εφαλτήριο για την ανάπτυξη έλξεων και καινοτομιών που θα διεγείρουν το ενδιαφέρον των ξένων και θα σηματοδοτήσουν την αύξηση του μέσου χρόνου παραμονής και της επισκεψιμότητας σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Προσωπική πεποίθηση είναι πως κάθε νέα ιδέα πρέπει να είναι συμβατή με τις αρχές της Ελληνικής παράδοσης και να λαμβάνει σάρκα και οστά μονό εφόσον μπορεί να συνεισφέρει σε μάκρος χρόνου. Η αντιγραφή κατ’ εικόνα και ομοίωση ξένων προτύπων δεν συνιστά παρά μια πρόχειρη προσέγγιση που βραχυπρόθεσμα προσφέρει λύσεις αλλά μακροπρόθεσμα μπορεί να αποβεί δυσεπίλυτος γρίφος. Αντίθετα, κάθε νέα κίνηση οφείλει να σέβεται το παρελθόν και να δημιουργεί γέφυρες με το μέλλον.

Εν προκειμένω, η ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάδειξη των διασωζόμενων μνημείων της Κλασικής Αθήνας, πλην όμως ο εμπλουτισμός του τουριστικού προϊόντος επιβάλει περαιτέρω τομές. Δεδομένης και της υπερφόρτωσης του ιστορικού κέντρου, ανατέλλουν ευκαιρίες για την ευρύτερη περιοχή του λεκανοπεδίου. Επομένως, η προσπάθεια για την χρονική διασπορά της τουριστικής κίνησης θέτει ταυτόχρονα τις βάσεις και για την χωρική επέκταση της. Ο Πειραιάς, η ακτή και τα νησιά του Αργοσαρωνικού, τα βόρεια προάστια της Αθήνας, ακόμα και η Ανατολική Αττική λόγω του αεροδρομίου μπορούν να συνθέσουν θύλακες βιώσιμης ανάπτυξης. Σε κάθε περίπτωση όμως, είναι υποχρέωση όλων τα διδάγματα του παρελθόντος και οι προσδοκίες για αειφόρα ανάπτυξη να ερμηνευτούν μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια, με σαφή καταμερισμό ευθυνών και αρμοδιοτήτων, αλλά και με ορίζοντα το κατά το δυνατόν ισόρροπο διαμοίρασμα των οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών οφελών-επιπτώσεων. Διαφορετικά, η αειφόρα ανάπτυξη θα συνεχίσει να αποτελεί έναν εκλεπτυσμένο όρο ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος δίχως ουσιαστικό πρακτικό αντίκρισμα.

Στο κείμενο αυτό δεν θέλησα να επικεντρωθώ σε συγκεκριμένες πτυχές του αστικού τουρισμού στην Αθήνα, αλλά επιχείρησα μια γενική επισκόπηση με κατευθυντήριο άξονα την ανάγκη αφύπνισης των πολιτών και των φορέων. Η πίπα της ειρήνης ανάμεσα στην ατομικότητα και στην συλλογική αλληλεγγύη πρέπει επιτέλους να ανάψει. Και ο τουρίστας στην Αθήνα είναι από τους καλύτερους δείκτες για ν’ αντιληφθούμε σε ποια επίπεδα χωλαίνει το βιοτικό μας επίπεδο. Αν ο τουρίστας μπορεί να νιώσει περισσότερο φιλόξενα, τότε είναι απολύτως βέβαιο πως ο θετικός αντίκτυπος θ’ αγγίξει και μας τους ίδιους. Εν κατακλείδι, είμαι πλέον βέβαιος πως με το να επιρρίπτω την ευθύνη σε κάποιον άλλο κάθε φορά που κάτι ενοχλητικό συμβαίνει δίπλα μου απλώς γίνομαι και εγώ μέρος του προβλήματος. Και είναι μάλλον άτοπο να συζητάμε ακόμα για το αν ο πολίτης πρέπει να σέβεται το κράτος και τους θεσμούς ή το αντίστροφο. Αμοιβαία βήματα είναι απαραίτητα και από τους δύο.

Αναφορές

Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού, 2003, Μελέτη Τουριστικής Ανάπτυξης Περιφέρειας Αττικής, Αθήνα: ΕΟΤ

Duran, P, 2005, The impact of the Olympic Games on tourism, Barcelona: The legacy of the Games, 1992-2002. Barcelona: Centre d’ Estudis Olimpics UAB. Διαθέσιμο από: http://olympicstudies.uab.es/b92/pdf/WP083_eng.pdf

JBR Hellas Horwath, 2005 α, The state of the Athens hotel industry, Διαθέσιμο από: http://www.jbrhellas.gr/sectors/tourism/index.html

JBR Hellas, 2005 β, Ο Τουρισμός στην Αττική το 2015 – Δυνατότητες και Προϋποθέσεις Ανάπτυξης, Διαθέσιμο από:
http://www.traveldailynews.gr/_admin/upload/files/ExecutiveSummary.pdf.

Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, 2000, Αθήνα-Κωνσταντινούπολη: Συγκριτική Μελέτη Τουριστικής Κίνησης. Διαθέσιμο από:
http://www.sete.gr/files/Ebook/ebook2/Athina.Konstantinoupoli.2000.pdf

Ο κ. Πανταζής Πάστρας είναι διδακτορικός φοιτητής ως υπότροφος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ.

Ιστοσελίδα | + Άρθρα
28/03/2024
27/03/2024
26/03/2024
22/03/2024
21/03/2024
20/03/2024